DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V X Y   <<  >>
Terms for subject Labor law (879 entries)
nödbelysning εφεδρικός φωτισμός
nödbelysning φωτισμός ασφαλείας
nödskylt σήμανση διάσωσης
nödskylt för utrymning σήμα εξόδου
nödskylt för utrymning σήμα εξόδου κινδύνου
nödstoppsanordning διακόπτης ασφαλείας
nollställare συσκευή μηδενισμού
normtid κανονικός χρόνος
nya allmänna yrkesföreningen Νέα Γενική Επαγγελματική ΄Ενωση
obekväm arbetstid εργασία ακανόνιστου ωραρίου
offentlig arbetsmarknadsmyndighet δημόσια υπηρεσία απασχόλησης
ögonskydd προστατευτικό οφθαλμών
oljetemperaturbrytare θερμοστάτης ασφάλειας λαδιού
oljetrycksvakt αυτόματος διακόπτης ασφάλειας πίεσης λαδιού
olycka som medför driftstopp ατύχημα που συνεπάγεται διακοπή της εργασίας
olycksanmälan γνωστοποίηση ατυχήματος
olycksbekämpning πρόληψη ατυχημάτων
olycksfall som medför driftstopp ατύχημα που συνεπάγεται διακοπή της εργασίας
olycksfallsanmälan γνωστοποίηση ατυχήματος
olyckshändelse ατύχημα χωρίς σοβαρές συνέπειες