DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Y   <<  >>
Terms for subject Forestry (3157 entries)
kardanaxel κινητήριος άξονας
kardanaxel αρθρωτός άξονας
kärnröta σήψη εγκάρδιου ξύλου
kärnspricka ακτινική ραγάδα στο εγκάρδιο ξύλο
kärnspricka ακτινική ραγάδα εγκαρδίου ξύλου
kärnved εγκάρδιον ξύλον
kärnved εγκάρδιο ξύλο
kärra ρυμούλκα
kärra ρυμουλκούμενο όχημα
kärra βαγόνι
kärra ανατρεπόμενο όχημα
kastskydd προστατευτικό από κλώτσημα
kedjelänk κρίκος αλυσίδας
kedjeledare (sågsvärd) ράγες οδήγησης αλυσίδας αλυσοπρίονου
kedjeskott τίναγμα σπασμένης αλυσίδας
kedjor αντιολισθητικές αλυσίδες
kemiskt skogsskydd χημική προστασία δάσους
klämbanke υδραυλικό μηχάνημα δεματισμού
klämma (ex. polklämma på batteri) σφιγκτήρας
klämma (ex. polklämma på batteri) τσιμπίδα