DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N P R S T U V W X Y Z Ö   <<  >>
Terms for subject Environment (12760 entries)
kapillärpor τριχοειδής πόρος
karbonat ανθρακικό
karbonat ανθρακικό άλας
karbonat ανθρακικός/ανθρακικό άλας
karcinogenitetstest δοκιμασία για ανίχνευση ικανότητας καρκινογένεσης
karcinogenitetstest δοκιμασία καρκινογενετικότητας
kardiovaskulär sjukdom καρδιοαγγειακό νόσημα
kardiovaskulär sjukdom καρδιοαγγειακό νόσημα
kardiovaskulära systemet καρδιοαγγειακό σύστημα
kardiovaskulära systemet καρδιοαγγειακό σύστημα
karenstid för återinträde διάστημα επαναφοράς
kärnbränsleelement στοιχείο πυρηνικού καυσίμου
kärnkraftsolycka (explosion) πυρηνική έκρηξη
kärnkraftsolycka (explosion) πυρηνική έκρηξη (ατύχημα)
kärnkraftsolycka (explosion πυρηνική έκρηξη (ατύχημα)
kärnkraftsreaktor πυρηνικός αντιδραστήρας
kärnkraftssäkerhet πυρηνική ασφάλεια
kärnkraftverk σταθμός παραγωγής πυρηνικής ενέργειας
kärnkraftverk πυρηνικός σταθμός
kärnreaktion πυρηνική αντίδραση