DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Y   <<  >>
Terms for subject Social science (1672 entries)
kompletterande pensionssystem επικουρικό συνταξιοδοτικό σύστημα
kompletterande pensionssystem συμπληρωματικό συνταξιοδοτικό σύστημα
kompletterande system för social trygghet επικουρικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως
kön φύλο
köns- κοινωνικό φύλο
konferens om situationen för barn i Europeiska unionen διάσκεψη σχετικά με την κατάσταση των παιδιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση
konfliktpart συγκρουομένα μέρη
könsbalans ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών
könsbaserad löneskillnad μισθολογική ανισότητα λόγω φύλου
könsblind αγνοών (ουσα) τη διάσταση του φύλου
könsblind που αγνοούν τη διάσταση "ισότητα των δύο φύλων"
könsdiskriminering προκαταλήψεις λόγω φύλου
könsfördelning när det gäller avlönat och oavlönat arbete κατανομή κατά φύλο της αμειβόμενης και μη αμειβόμενης εργασίας
könsneutral ουδέτερος ως προς το φύλο
könsroller ρόλοι των φύλων
könssegregering διαχωρισμός γυναικών και ανδρών
könssegregering διαχωρισμός με βάση το φύλο
könsuppdelad statistik στατιστικές κατά φύλο
kontantersättning för hjälp till äldre personer παροχή σε χρήμα ως βοήθεια στα ηλικιωμένα άτομα
kontantersättning för hjälp till arbetsoförmögna invalider παροχή σε χρήμα ως βοήθεια στους ανίκανους προς εργασία ανάπηρους