DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Y Z   <<  >>
Terms for subject Insurance (1314 entries)
individuell pensionsplan ατομικό πρόγραμμα συνταξιοδότησης
individuell sjuk-och olycksfallsförsäkring ασφάλιση προσωπικών ατυχημάτων και ασθένειας
individuell tjänstepension ατομικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα
industribrandförsäkring ασφάλιση πυρκαγιάς βιομηχανικών κινδύνων
ingestion damage ζημιές στις τουρμπίνες αεροπλάνων από την εισαγωγή σε αυτές διαφόρων ουσιών
inkassofullmakt εξουσιοδότηση είσπραξης αποζημίωσης
inkomstbaserade pensionsförmåner συνταξιοδοτικό πρόγραμμα που οι παροχές του υπολογίζονται αναλογικά των ετησίων αποδοχών
inkomstuppgift δήλωση ημερομισθίων
innehållet garantibelopp παρακράτηση εγγύησης
innehavarpolis ο κομιστής του ασφαλιστηρίου αποκτά τα δικαιώματα
insolvensklausul ρήτρα πτώχευσης
inspektionsklausul ρήτρα επιθεώρησης
instant certificate προσωρινά πιστοποιητικά
instant certificate στιγμιαία πιστοποιητικά
intermediaries clause ρήτρα ασφαλειομεσιτών
intjänade pensionsförmåner διατηρούμενες παροχές
inträdescertifikat πιστοποιητικό αποδοχής
invaliditetsersättning παροχές αναπηρίας
invaliditetsersättning αποζημίωση αναπηρίας
invaliditetsförmån παροχές αναπηρίας