DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V Y   <<  >>
Terms for subject Marketing (1702 entries)
handel med humana foster εμπόριο ανθρώπινων εμβρύων
handel med stålprodukter från EKSG inom och utom EKSG εξωτερικό και ενδοκοινοτικό εμπόριο προϊόντων ΕΚΑΧ
handelspool συγκέντρωση κεφαλαίων για την αγοραπωλησία προθεσμιακών συμβάσεων εμπορευμάτων
handkassa μικρό ταμείο
hänsyn till EG:s franchiselagstiftning συμμόρφωση με το κοινοτικό δίκαιο περί ενοποιημένης παρουσίας/franchise
hänsyn till EG:s franchiserätt συμμόρφωση με το κοινοτικό δίκαιο περί ενοποιημένης παρουσίας/franchise
hardship απρόβλεπτη αλλαγή των συνθηκών
hemlig äganderätt νομικώς τακτοποιημένος τίτλος ακινήτου
hemlig äganderätt τίτλος "πάσης ησυχίας"
hemlig bokföring εμπιστευτική λογιστική
hierarki Ιεραρχία
hindra en utvidgning av handelsvolymen θίγεται η αύξηση του όγκου των συναλλαγών
hjälpbok βοηθητικό ημερολόγιο
hjälpbok επικουρικό βιβλίο
hjälpjournal επικουρικό βιβλίο
hjälpjournal βοηθητικό ημερολόγιο
hyror μισθώσεις
i förebyggande syfte vidta nödvändiga skyddsåtgärder λαμβάνει,σντηρητικώς,τα αναγκαία μέτρα διασφαλίσεως
i valutan i den medlemsstat där borgenären eller betalningsmottagaren är bosatt το νόμισμα του Kράτους μέλους όπου έχει την κατοικία του ο πιστωτής ή ο δικαιούχος
icke återanskaffningsbara tillgångar μη αναπαραγώγιμα στοιχεία ενεργητικού