DictionaryForumContacts

   Latvian Greek
A B C D E FH IK L M N O P Q R S T U V W X Y Z Ā Č Ē Ģ Ī Ķ Ļ Ņ Š Ū Ž   <<  >>
Terms for subject Criminal law (256 entries)
šaujamierocis πυροβόλο όπλο
seksuāla izmantošana γενετήσια εκμετάλλευση
seksuāla izmantošana σεξουαλική εκμετάλλευση
seksuāla vardarbība γενετήσια κακοποίηση
seksuāla vardarbība προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας
seksuāla vardarbība σεξουαλική κακοποίηση
slepena izmeklēšana μυστική έρευνα
slepena novērošana παρακολούθηση
smagi noziegumi σοβαρό έγκλημα
specializētu starptautiskās organizētās noziedzības apkarošanas zināšanu, prasmju un kompetences direktorijs Ευρετήριο ειδικών προσόντων, ικανοτήτων και γνώσεων, στον τομέα της καταπολέμησης του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος
Starptautiskā konvencija par cīņu pret terorisma finansēšanu Διεθνής Σύμβαση για την καταστολή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας
Starptautiskā konvencija par cīņu pret teroristu rīkotajiem sprādzieniem Διεθνής Σύμβαση για την καταστολή τρομοκρατικών βομβιστικών επιθέσεων
Starptautiskā konvencija pret ķīlnieku sagrābšanu Διεθνής Σύμβαση κατά της συλλήψεως ομήρων
terorisma apkarošana αντιτρομοκρατική πολιτική
Teroristu finansēšanas izsekošanas sistēma σύστημα παρακολούθησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας
tiesājamais κατηγορούμενος
Tiesībaizsardzības direktīva Πρόταση οδηγίας του ΕΚ και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών
Tiesu ģenētikas nodaļa εργαστήριο ιατροδικαστικής γενετικής
tiesu iestāžu sadarbība krimināllietās δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις
tirgošanās ar ietekmi αθέμιτη άσκηση επιρροής έναντι ανταλλάγματος