DictionaryForumContacts

   Estonian Greek
A BD E F G H I J K L MO PR S TV W X Y Z Ä Ö Ü Õ Š Ž   <<  >>
Terms for subject Forestry (1867 entries)
muruniitmisvahendid χλοοκοπτικό
must kuusk ερυθρελάτη
must mänd μαύρη πεύκη
must mänd Αυστριακή πεύκη
must oks ρόζος από νεκρά κλαδιά
müügiväärtus αξία πωλήσεων
müügiväärtus τιμή πώλησης
nael λίβρα
nahakaitse προστασία του δέρματος
näidisala επιφάνεια δοκιμής
näidisala δειγματοληπτική επιφάνεια
närimisvastane kaitse προστασία από βόσκηση
neljaks saagimine κοπή κατά τεταρτημόριο κορμού
neljaks saagimine τεταρτοκυκλική κοπή
neljarattavedu κίνηση στους τέσσερις τροχούς
niidistik μυκήλιο
niin εσωτερικός φλοιός
niiskuskindel ανθεκτικό στην υγρασία
nominaalmőőde ονομαστική μέτρηση
nőmm χερσότοπος