DictionaryForumContacts

   
B C D E F G H I J K L M NPR S T U VX Y Z Ä Ö Ü Õ Š Ž   <<  >>
Terms for subject Chemistry (2101 entries)
ohutuskaart δελτίο δεδομένων ασφαλείας
Ohutuskaart nõudmisel kättesaadav. Δελτίο δεδομένων ασφαλείας παρέχεται εφόσον ζητηθεί.
ökomärgise süsteem σύστημα οικολογικής σήμανσης
ökotoksikoloogiline οικοτοξικολογικός
oksüdeerija οξειδωτικό
oksüdeerija οξειδωτικό αντιδραστήριο
oksüdeerija. Μπορεί να προκαλέσει ή να αναζωπυρώσει πυρκαγιά· οξειδωτικό.
oksüdeerija. Μπορεί να αναζωπυρώσει την πυρκαγιά· οξειδωτικό.
oksüdeerimine οξείδωση
oksüdeeritavus επιδεκτικότητα προς οξείδωση
oksüdeeritavus οξειδωσιμότητα
oksüdeeritavuse indikaator δείκτης οξειδωσιμότητας
oksüdeeritavuse näitaja δείκτης οξειδωσιμότητας
oksüdeeriv gaas οξειδωτικό αέριο
oksüdeeriv õhk-atsetüleenleek οξειδωτική φλόγα αέρα-ακετυλενίου
oksüdeeriv tahke aine οξειδωτικό στερεό
oksüdeeriv vedelik οξειδωτικό υγρό
oksüdeerumine οξείδωση
oksüdeeruvus οξειδωσιμότητα
oksüdeeruvus επιδεκτικότητα προς οξείδωση