Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ï Ë
<<
>>
Terms for subject
General
(22803 entries)
bedrijfsadvisering
υπηρεσίες παροχής συμβουλών
bedrijfsapparatuur
συσκευή σε κατάσταση εργασίας
bedrijfsarts
γιατρός εργασίας
bedrijfsarts en veiligheidsfunctionaris
υπεύθυνος για την ιατρική και την ασφάλεια της εργασίας
bedrijfsarts en veiligheidskundige
υπεύθυνος για την ιατρική και την ασφάλεια της εργασίας
bedrijfschef
προϊστάμενος λειτουργίας
bedrijfscondities
καταστάσεις λειτουργίας
bedrijfscondities
λειτουργικές παράμετροι
bedrijfsdirecteur
προϊστάμενος του σταθμού
bedrijfsgegevens
αρχεία καταχωρήσεως στοιχείων λειτουργίας
bedrijfsgeheim
επιχειρησιακό απόρρητο
bedrijfsgereed
ικανός για λειτουργία
bedrijfsgereed zijn
λειτουργικότης
bedrijfsgereed zijn
ικανότης λειτουργίας
bedrijfsgroep
ομάς λειτουργίας
bedrijfshoofd met hoofdberoep landbouw
γεωργοί κατά κύρια απασχόληση
bedrijfsingenieur
(de bevoegdheden en de verantwoordelijkheid kunnen hier nog sterk uiteenlopen )
προϊστάμενος μηχανικός εξόρυξης
bedrijfsklaar
ικανός για λειτουργία
bedrijfskleding niet mee naar huis nemen
ΜΗΝ παίρνετε τα ρούχα της δουλειάς στο σπίτι
bedrijfskosten
δαπάνες λειτουργίας
Get short URL