Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ï Ë
<<
>>
Terms for subject
Energy industry
(1759 entries)
kaliumhydroxide
καυστικό κάλιο
kapitein produktieplatform
προϊστάμενος εξέδρας
Kaplanturbine
στρόβιλος Kaplan
Kaplanturbine
στρόβιλος με έλικες με προσανατολιζόμενα πτερύγια
kaplanturbine
στρόβιλος με έλικες με προσανατολιζόμενα πτερύγια
kaplanturbine
στρόβιλος Kaplan
kathodestroom
καθοδικό ρεύμα
kernenergieprogramma
πρόγραμμα ηλεκτροπαραγωγής με πυρηνική ενέργεια
kernwapenstaat
κράτος που διαθέτει πυρηνικούς εξοπλισμούς
kerstboom
χριστουγεννιάτικο δέντρο
kerstboomklep
χριστουγεννιάτικο δέντρο
ketel
λέβητας
ketel met een dubbele functie
λέβητας διπλής λειτουργίας
ketelkolen
άνθρακας ατμοπαραγωγής
ketelkool
άνθρακας για ατμοπαραγωγή
klein geïsoleerd net
μικρό απομονωμένο δίκτυο
kleine hydroelektrische centrale
μικρός υδροηλεκτρικός σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
kleine waterkrachtcentrale
μικρό υδροηλεκτρικό σύστημα
klimaat- en energiepakket
πακέτο Μπαρóζο
klimaat- en energiepakket
δέσμη μέτρων σχετικά με την ενέργεια και τις κλιματικές αλλαγές
Get short URL