DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I K L M N O P R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Forestry (305 entries)
teeltweefsel κάμβιο,πρωτογενής μεριστικός ιστός
terugsnoeien Ανανεώνω κόβω δένδρο προς ανανέωση
tonder αγαρικόν,ήσκα
toppen κλαδονομή
tranenden πεύκη η υψηλή
trekhout εφελκυσμογενές ξύλον
tropisch regenbos δάσος βροχερών τροπικών περιοχών
tropisch regenwoud δάσος βροχερών τροπικών περιοχών
uitsleper μετατοπιστής
velwig σφην
verbindingsweefsel παρέγχυμα πληρώσεως,συνδετικός ιστός
verrot hout αγαρικόν,ήσκα
verwerking διαμόρφωσις
vlechtstof πλεκτική ύλη
vormgeving διαμόρφωσις
vrijwillige partnerschapsovereenkomst Εθελοντική Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης (VPA) όσον αφορά την Επιβολή της Δασικής Νομοθεσίας, τη Διακυβέρνηση και το Εμπόριο (FLEGT)
vrijwillige partnerschapsovereenkomst inzake wetshandhaving, governance en handel in de bosbouw Εθελοντική Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης (VPA) όσον αφορά την Επιβολή της Δασικής Νομοθεσίας, τη Διακυβέρνηση και το Εμπόριο (FLEGT)
vulling φόρτωμα
warrige draad στρεψοΐνια
warrige draad σπειροειδής ανάπτυξη