DictionaryForumContacts

   Italian Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W Y Z   <<  >>
Terms for subject Economy (14176 entries)
vacca da latte γαλακτοπαραγωγός αγελάδα
vacca in lattazione θηλάζουσα αγελάδα
vaccino εμβόλια
vaglia cambiario κυκλοφορούν γραμμάτιο
Vâlcea Vâlcea
validità economica οικονομική βιωσιμότητα
Valle d'Aosta Κοιλάδα Αόστης
valore a prezzi costanti dei beni acquistati per la rivendita αξία σε σταθερές τιμές των αγαθών που επαναπωλούνται
valore a prezzi costanti dei beni rivenduti dal commercio αξία σε σταθερές τιμές των αγαθών που αγοράζονται για μεταπώληση από τους εμπορικούς κλάδους
valore a rischio δυνητική ζημία
valore accumulato dei beni σωρευμένη αξία
valore aggiunto προστιθέμενη αξία
valore aggiunto ai prezzi di mercato ακαθάριστη προστιθέμενη αξία σε αγοραίες τιμές
valore aggiunto ai prezzi di mercato al netto dell'IVA ακαθάριστη προστιθέμενη αξία σε αγοραίες τιμές εκτός από το σύνολο των ΦΠA
valore aggiunto ai prezzi di mercato IVA compresa ακαθάριστη προστιθέμενη αξία σε αγοραίες τιμές συμπεριλαμβανομένου του ΦΠA
valore aggiunto ai prezzi di mercato per branca ακαθάριστη προστιθέμενη αξία σε αγοραίες τιμές κατά κλάδους
valore aggiunto netto καθαρή προστιθέμενη αξία
valore ai prezzi di acquisto dei beni passati a scorte presso gli utilizzatori αξία σε τιμές αγοραστή των αγαθών που αποθεματοποιούνται από τους χρήστες
valore al quale l'emittente ha ritirato le obbligazioni da convertire αξία στην οποία ο εκδότης αντάλλαξε τις μετατρέψιμες ομολογίες
valore approssimato al costo dei fattori κατά προσέγγιση αξία συντελεστών παραγωγής