DictionaryForumContacts

   Italian Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W Y Z   <<  >>
Terms for subject Economy (14176 entries)
redditi commerciali εμπορικά εισοδήματα
redditi da capitale εισόδημα εκ κεφαλαίων
redditi da capitale relativi a beni immateriali εισόδημα που προέρχεται από την κατοχή άυλων αγαθών
redditi da lavoro δεδουλευμένο εισόδημα
redditi da lavoro εισόδημα από εργασία
redditi da lavoro εισόδημα εργασίας
redditi da lavoro εισόδημα προερχόμενο από εργασία
redditi da lavoro εργατικό εισόδημα
redditi da lavoro εισοδήματα από εργασία
redditi da lavoro dipendente versati dai datori di lavoro residenti εισόδημα εξαρτημένης εργασίας που καταβάλλεται από τους εργοδότες μόνιμους κατοίκους
redditi da risparmio εισοδήματα των αποταμιεύσεων
redditi di società εισοδήματα εταιρείας
redditi industriali βιομηχανικά εισοδήματα
redditi lordi standard τυπικά ακαθάριστα κέρδη
redditi messi a disposizione delle quasi-società εισόδημα που παραμένει στην οιονεί εταιρεία
redditi prelevati dai membri delle quasi-società αναλήψεις από το επιχειρηματικό εισόδημα των οιονεί εταιρειών
redditi prelevati dai membri delle quasi-società επιχειρηματικό εισόδημα των οιονεί εταιρειών
redditività αποδοτικότητα
redditività dei fondi propri απόδοση ιδίων κεφαλαίων
redditività finanziaria οικονομική ανταποδοτικότητα