DictionaryForumContacts

   Italian Greek
AC D E F G H I J K L M N O PR S T U V W X Y Z À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   <<  >>
Terms for subject Security systems (126 entries)
regime legale di assicurazione pensionistica εκ του νόμου σύστημα ασφάλισης συντάξεων
regime nazionale di sicurezza sociale εθνικό καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης
regime pensionistico basato su riserve di bilancio συνταξιοδοτικό σύστημα λογιστικών αποθεμάτων
regime pensionistico individuale ατομικό συνταξιοδοτικό σύστημα
regime speciale di sicurezza sociale ειδικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως
regimi professionali di sicurezza sociale επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης
rendimento minimo garantito ελάχιστη εγγυημένη απόδοση
rendita per infortunio sul lavoro σύνταξη αναπηρίας από εργατικό ατύχημα
rendita per infortunio sul lavoro σύνταξη λόγω εργατικού ατυχήματος
richiedente una pensione o una rendita αιτών σύνταξη
sicurezza sociale κοινωνική ασφάλεια
sistema di garanzia delle prestazioni pensionistiche Σύστημα εγγυημένης συνταξιοδοτικής παροχής
sussidio di sussistenza per disabili επίδομα διαβίωσης υπό αναπηρία
tavola rotonda per discutere i problemi dell'assicurazione malattia-invalidità συζήτηση στρογγυλής τραπέζης για την ασφάλιση ασθένειας και αναπηρίας
ticket συμμετοχή του ασφαλισμένου στις δαπάνες ιατρικής περίθαλψης