DictionaryForumContacts

   Italian Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W XZ À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   <<  >>
Terms for subject General (25249 entries)
compatriota συμπατριώτης
Compattazione del nocciolo κατάρρευσις του πυρήνα αντιδραστήρα
compatto ο
compendio di informazioni non riservate συνοπτική και μη εμπιστευτική πληροφορία
compensare αποζημιώνω
compensazione διόρθωση συστήματος ακουστικών μετρήσεων
compensazione ισοστάθμιση
compensazione χονδροειδής ρύθμιση αντιδραστικότητας
compensazione χονδροειδής ρύθμισις
compensazione aggiuntiva πρόσθετα εξισωτικά ποσά
compensazione chimica αντιστάθμιση αντιδραστικότητας με χημική μέθοδο
compensazione delle perdite di proventi da esportazioni αντιστάθμιση των απωλειών εσόδων λόγω εξαγωγών
compenso αποζημίωση
compenso per copie private εισφορά για ιδιωτικά αντίγραφα
compenso per copie private τέλος ιδιωτικής αντιγραφής
competente αρμόδιος
competenza ικανότης
competenza d'esecuzione εκτελεστική αρμοδιότητα
competenza di esecuzione εκτελεστική αρμοδιότητα
competenza di polizia αστυνομική εμπειρία