Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Italian
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ
<<
>>
Terms for subject
Coal
(1312 entries)
Micum M40
ανθεκτικότης του τυμπάνου
mina che fa cannone
έκρηξη υπονόμου με διάχυση προς τα άνω της εκρηκτικής δύναμης λόγω εκτίναξης της επιγόμωσης αντί θρυμματισμού του άνθρακα
mina gravida
κοτσάνι
mina gravida
υπόλοιπο διατρήματος φέρον ποσότητα εκρηκτικής ύλης μετά από έκρηξη
mina inesplosa
υπόλοιπο διατρήματος φέρον ποσότητα εκρηκτικής ύλης μετά από έκρηξη
mina inesplosa
κοτσάνι
mina mancata
αφλογιστία
mina mancata
αποτυχία έκρηξης
minerale argentifero
αργυροφόρο μετάλλευμα
minerale bituminoso
ασφαλτούχο ορυκτό
minerale di cromo
χρωμικός σίδηρος
minerale solforato
θειούχος ένωση
minerali metalliferi e cascami di metallo
μεταλλεύματα και απορρίμματα μετάλλων
mineralizzazione quasi affiorante
ορυκτογένεση υπογείως και με επάνθηση
miscela di accensione
μίγμα ανάφλεξης
miscela di gas delle miniere ed aria
μίγμα μεθανίου με ατμοσφαιρικό αέρα
miscelazione
μάλαξις
miscele esplosive
εκρηκτικό μίγμα
miscele esplosive
εκρηκτικά μίγματα
misti
μικτά
Get short URL