DictionaryForumContacts

   Italian Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   <<  >>
Terms for subject Economy (14176 entries)
madre portatrice φέρουσα μητέρα
mafia μαφία
magazzino convenuto επίσημο αποθετήριο εμπορευμάτων
magazzino di dogana τελωνειακή αποταμίευση
maggese αγρανάπαυση
maggior importo pagato δασμός που έχει καταβληθεί και ο οποίος υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ
maggioranza assoluta απόλυτη πλειοψηφία
maggioranza dei voti πλειοψηφία
maggioranza inversa αντεστραμμένη πλειοψηφία
maggioranza politica κόμματα της πλειοψηφίας
maggioranza qualificata ειδική πλειοψηφία
maggioranza semplice σχετική πλειοψηφία
maggioranza silenziosa σιωπηρή πλειοψηφία
maggiorazione per le PMI πριμοδότηση ΜΜΕ
maggiorazioni per ore straordinarie,lavoro notturno o festivo προσαυξημένες αποδοχές για την πληρωμή υπερωριών,νυχτερινής εργασίας ή εργασίας κατά τις αργίες
maggiore età civile ενηλικότητα κατά το αστικό δίκαιο
Maghreb Μαγκρέμπ
magistrato δικαστικός λειτουργός
magistrato non professionale ορκωτός δικαστής
maglieria πλεκτοβιομηχανία