DictionaryForumContacts

   Italian Greek
A B C D E F GI J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   <<  >>
Terms for subject Commerce (1369 entries)
budget nazionale della rete di franchising συνολικός προϋπολογισμός εθνικού δικτύου
bulino σμίλη χαρακτών
buona prassi di fabbricazione ορθή παρασκευαστική πρακτική
buona pratica di fabbricazione ορθή παρασκευαστική πρακτική
buono di ordinazione δελτίο παραγγελίας
burro adulterato νοθευμένο βούτυρο
Bustina Φακελλίσκος
calcolare l'elemento mobile in proporzione al peso netto del prodotto presentato per lo sdoganamento υπολογίζω τα μεταβλητά στοιχεία κατ' αναλογία με το καθαρό βάρος του προϊόντος που υποβάλλεται σε εκτελωνισμό
calzature da camera υπόδημα δωματίου
Camera di commercio εμπορικό και βιομηχανικό επιμελητήριο
camion-panetteria αυτοκίνητο αρτοποιείο
campagna a carattere nutrizionistico e dietetico εκστρατεία που να υπογραμμίζει τις θρεπτικές και διαιτητικές ιδιότητες των προϊόντων
campagna d'informazione ενημερωτική εκστρατεία
campagna pubblica d'informazione εκστρατεία πληροφόρησης του κοινού
campo di applicazione geografico γεωγραφικό πεδίo
canale del consumo all'esterno δίκτυο διάθεσης για την επιτόπου κατανάλωση
canale del consumo all'esterno σύστημα κατανάλωσης εκτός οίκου
canale per il consumo domestico δίκτυο διάθεσης για την κατ' οίκον κατανάλωση
canale per il consumo sul posto σύστημα κατανάλωσης εκτός οίκου
canale per il consumo sul posto δίκτυο διάθεσης για την επιτόπου κατανάλωση