DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G I L M N O P Q R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Coal (1312 entries)
metallo allo stato nativo αυτοφυές μέταλλο
metallo di rivestimento μέταλλο επικάλυψης
metallo duttile όλκιμο μέταλλο
metallo malleabile ελατό μέταλλο
metodo d'estrazione mediante sali fusi μέθοδος εξαγωγής με τήγμα
metodo di abbattimento Cardox έκρηξη με χρήση συστήματος Cardox
metodo di bloccaggio μέθοδος διατηρήσεως της σωληνώσεως διά γρύλων
metodo di perforazione californiano κρουστική γεωτρητική μέθοδος Καλιφόρνιας
mezzi gommati αυτοδύναμο όχημα επί ελαστικών τροχών
mezzi gommati αυτοκίνητο ελαστικοφόρο όχημα
mineralizzazione quasi affiorante ορυκτογένεση υπογείως και με επάνθηση
miscela di accensione μίγμα ανάφλεξης
miscela di gas delle miniere ed aria μίγμα μεθανίου με ατμοσφαιρικό αέρα
miscelazione μάλαξις
miscele esplosive εκρηκτικό μίγμα
miscele esplosive εκρηκτικά μίγματα
misti μικτά
mortaio angolare γωνιακός όλμος
mortaio balistico βαλλιστικός όλμος
nel franamento occorre tener conto del coefficiente di rigonfiamento εις τας κατακρημνίσεις πρέπει να λαμβάνεται υπ'όψιν ο συντελεστής επιπλήσματος