DictionaryForumContacts

   
A B C D E F GI J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   <<  >>
Terms for subject Government, administration and public services (661 entries)
esperto nazionale distaccato αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας
esperto ricercatore εμπειρογνώμων ερευνητής
esperto scientifico επιστημονικός εμπειρογνώμων
esprimere un parere su un affare εκφράζομαι πάνω σε ένα θέμα
essere candidato a funzioni pubbliche elettive είμαι υποψήφιος για αιρετά δημόσια λειτουργήματα
essere competente a dirimere ogni controversia είμαι αρμόδιος να αποφαίνομαι σε κάθε διαφορά
essere coperto contro un rischio καλύπτομαι κατά τινος κινδύνου
essere retribuito a giornata o a mese αμείβομαι με την ημέρα ή το μήνα εργασίας
essere tenuto per legge a prestare gli alimenti έχω από το νόμο υποχρέωση διατροφής
ex funzionario πρώην υπάλληλος
fare valere cause legittime di astensione προβάλλω νόμιμους λόγους για την εξαίρεσή μου (από τη σύνθεση συμβουλίου)
fascicolo della candidatura φάκελλοι υποψηφίων
Federazione della funzione pubblica europea Ομοσπονδία των Υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας; Ομοσπονδία των Ευρωπαίων Δημοσίων Λειτουργών; Ομοσπονδία Ευρωπαίων Δημοσίων Λειτουργών
festività legalmente riconosciuta κατά νόμο εορτάσιμη ημέρα
figlio minorato μειονεκτούν τέκνο
figlio naturale τέκνο γεννημένο χωρίς γάμο
finanziamento del regime delle pensioni χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού συστήματος
firmare il rapporto informativo υπογράφω την έκθεση κρίσης
fisioterapia, chinesiterapia φυσιοθεραπεία, κινησιοθεραπεία
forfait di riscatto κατ'αποκοπή ποσό της εξαγοράς; επιστραφέντα ποσά συνταξιοδοτικών εισφορών