DictionaryForumContacts

   Danish Greek
A B C D E F G H I J K L M N P Q R S T U V W Y Z Æ Ø   <<  >>
Terms for subject Economy (14833 entries)
offentlig ikke-forretningsmæssig brug χρήση εκ μέρους των κρατικών αρχών για σκοπούς μη εμπορικούς
offentlig investering δημόσια επένδυση
offentlig kontrakt δημόσιες συμβάσεις
offentlig låntager δανειζόμενος του δημοσίου τομέα
offentlig mening κοινή γνώμη
offentlig moral δημόσια ήθη
offentlig oplagring af hensyn til fødevaresikkerheden δημόσια αποθέματα για λόγους επισιτιστικής ασφάλειας
offentlig orden δημόσια τάξη
offentlig påtale ποινική αγωγή
offentlig politik δημόσια πολιτική
offentlig ret δημόσιο δίκαιο
offentlig sektor επίσημος τομέας
offentlig service δημόσια υπηρεσία' υπηρεσία παρεχόμενη στο κοινό
offentlig serviceforpligtelse υποχρέωση παροχής υπηρεσίας δημοσίου συμφέροντος; υποχρέωση δημόασιας υπηρεσίας
offentlig sikkerhed δημόσια ασφάλεια
offentlig stemmeafgivning φανερή ψηφοφορία
offentlig sundhed δημόσια υγεία
offentlig tjeneste δημόσια υπηρεσία
offentlig transport δημόσιες μεταφορές
offentlig udgift δημόσια δαπάνη