DictionaryForumContacts

   Danish Greek
B C D E F G H I J K L M N P R S T U V W X Y Z Æ Ø Å   <<  >>
Terms for subject Environment (18295 entries)
offentlig institution af industriel og handelsmæssig art δημόσιο (κρατικό) ίδρυμα εμποροβιομηχανικού χαρακτήρα
offentlig katastrofegrænse όριο δημόσιας ασφαλείας
offentlig kontrakt δημόσια σύμβαση
offentlig nærtrafik τοπική συγκοινωνία
offentlig nærtrafik τοπική υπηρεσία εξυπηρέτησης
offentlig nærtrafik τοπική συγκοινωνία/τοπική υπηρεσία εξυπηρέτησης
offentlig oplysning δημόσια πληροφορία
offentlig park δημόσιο πάρκο
offentlig støtte δημόσια ενίσχυση
offentlig undersøgelse δημόσια ερώτηση/ερωτήσεις που υποβάλλονται από το κοινό
offentlige arbejder δημόσιο έργο
offentlige indkøb προμήθεια (σύμβαση) του δημοσίου
offentlige kloaker δημόσιο σύστημα αποχέτευσης
offentlige kontrakter κυβερνητικές συμβάσεις
offentlige miljøgoder δημόσια περιβαλλοντικά αγαθά
offentlige miljøudgifter κυβερνητικές περιβαλλοντικές δαπάνες
offentlige myndigheder δημόσιος τομέας
offentlige udgifter δημόσιες δαπάνες
offentligheden κοινό
offentligheden δημόσιος τομέας