Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
P
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Æ
Ø
Å
<<
>>
Terms for subject
Environment
(18294 entries)
1,1-dichlorethan
1,1-διχλωροαιθάνιο
17. partskonference under De Forenede Nationers rammekonvention om klimaændringer
Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή στο Ντέρμπαν της Νοτίου Αφρικής
20-20-20-mål
στόχοι "τρία επί είκοσι"
20-20-20-mål
στόχοι 20 - 20 - 20
4-amino-3-methyl-6-phenyl-1,2,4-triazin-5-on
4-αμινο-3-μεθυλο-6-φαινυλο-1,2,4-τριαζιν-5-όνη
:filterhud
μεμβράνη ζωογλοίας
å
ποταμός
å
ποταμός
åben arbejdsgruppe
διαρκής ομάδα εργασίας
åben deloverenkomst om risici for større ulykker
(EUR-OPA)
Ανοικτή Μερική Συμφωνία για την πρόληψη, προστασία και οργάνωση βοήθειας έναντι των μεγάλων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών
åben deloverenskomst om forebyggelse af, beskyttelse imod og tilrettelæggelse af hjælpeindsatsen i forbindelse med større naturkatastrofer og teknologiske katastrofer
Ανοικτή Μερική Συμφωνία για την πρόληψη, προστασία και οργάνωση βοήθειας έναντι των μεγάλων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών
åben deponering
εναπόθεση σε ελεύθερο χώρο
åben deponering
διάθεση σε ελεύθερο χώρο
åben dumpning
εναπόθεση σε ελεύθερο χώρο
åben dumpning
διάθεση σε ελεύθερο χώρο
åben flamme
ελεύθερες φλόγες
åben plæne
ανοικτός χλοοτάπητας
åbent græsareal
ανοικτός λειμώνας
åbent hav
ανοικτή θάλασσα
åbent landskab
ανοικτό τοπίο
Get short URL