DictionaryForumContacts

   Danish Greek
A B C D E F G H I J K L M NP Q R S T U V W X Y Z Æ Ø Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À   <<  >>
Terms for subject Electronics (27173 entries)
strømdelende modstande αντιστάσεις καταμερισμού ρεύματος
strømdeling καταμερισμός ρεύματος
strømdiagram ηλεκτρικό διάγραμμα ηλεκτρικής συνδεσμολογίας
strømdrift ολίσθηση ρεύματος
strømeffekt αποτελέσματα ηλεκτρικού ρεύματος
strømfejlsafbrydelse διακοπή λόγω κατάρρευσης τροφοδοσίας
strømforbrugende udstyr εξοπλισμός που χρησιμοποιεί ρεύμα
strømfordeler διανομέας
strømfordeler διανομέας ρεύματος αφής
strømfordeler μίζα
strømfordelerarm διανομέας
strømfordeling διανομή ρεύματος
strømførende ledning ηλεκτρικό σύρμα
strømførende ledning αγώγιμο σύρμα
strømforstærkning ενίσχυση ρεύματος
strømforstærkning λόγος ρευμάτων
strømforstærkning κέρδος ρεύματος
strømforstærkning κέρδος ρεύματος από παραμέτρους h
strømforstærkning κέρδος ρεύματος από παραμέτρους y
strømforstærkning κέρδος ρεύματος υβριδική παράμετρος