DictionaryForumContacts

   Danish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V WY Z Æ Ø Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À   <<  >>
Terms for subject Statistics (7948 entries)
stokastisk forstyrrelse στοχαστική διαταραχή
stokastisk impulsproces διαδικασία τυχαίας ώθησης
stokastisk interval τυχαίο διάστημα
stokastisk kerne στοχαστικός πυρήνας
stokastisk komponent τυχαία συνιστώσα
stokastisk konvergens σύγκλιση κατά μέτρο
stokastisk konvergens στοχαστική σύγκλιση
stokastisk lineær graf τυχαίο γραμμικό γράφημα
stokastisk matrix στοχαστικός πίνακας
stokastisk model στοχαστικό μοντέλο
stokastisk model τυχαιοποιημένο μοντέλο
stokastisk område τυχαίο διάστημα
stokastisk proces τυχαία διαδικασία
stokastisk proces στοχαστική ανέλιξη
stokastisk proces στοχαστική διαδικασία
stokastisk programmering στοχαστικός προγραμματισμός
stokastisk række τυχαία σειρά
stokastisk sammenligning af tests στοχαστική σύγκριση ελέγχου
stokastisk stikprøveudtagning σχεδιασμός τυχαίας ισορροπίας
stokastisk større eller mindre στοχαστικά μεγαλύτερο ή μικρότερο