Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Æ
Ø
Å
É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À
<<
>>
Terms for subject
Environment
(18295 entries)
ekstremt farlig meteorologisk begivenhed
ακραίο, επικίνδυνο μετεωρολογικό συμβάν
ekstremt klimafænomen
ακραίο κλιματικό φαινόμενο
el-arbejder
κατασκευή ηλεκτρολογικών και ηλεκτρονικών ειδών
el-forbrug
κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας
el-industri
βιομηχανία ηλεκτρικής ενέργειας
el-produktion
παραγωγή ηλεκτρισμού
el-produktion
παραγωγή ηλεκτρισμού
(ηλεκτρικού ρεύματος)
el-selskab
επιχείρηση ηλεκτρισμού
elasticitet
ελαστικότητα
elastisk emballering
εκτατό περιτύλιγμα
ELCD-database
Ευρωπαϊκή βάση δεδομένων αναφοράς για τον κύκλο ζωής
electrolyse med smeltet salt
ηλεκτρόλυση τήγματος άλατος
elektricitet
ηλεκτρισμός
elektricitet
φορτίο
elektricitet
ηλεκτρικό ρεύμα
elektricitet
ηλεκτρισμός/
ηλεκτρικό
φορτίο/ηλεκτρικό ρεύμα
elektricitet fra vedvarende energikilder
ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
elektricitetsforbrug
κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας
elektricitetsforsyning
ηλεκτρική τροφοδοσία
elektricitetsforsyning
παροχή ηλεκτρικής ισχύος
Get short URL