DictionaryForumContacts

   Danish Greek
A B C D E F G H I J K L M NP Q R S T U V WY Z Æ Ø Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À   <<  >>
Terms for subject Economy (14833 entries)
basispris multipliceret med en koefficient τιμή βάσεως που πολλαπλασιάζεται επί ένα συντελεστή
basisprisen minus avancen βασική τιμή χωρίς τα κέρδη
basispunkt μονάδα βάσης
basistidspunkt ημερομηνία βάσης
Baskerlandet Χώρα των Βάσκων
Basse-Normandie Κάτω Νορμανδία
bauxit βωξίτης
Bayern Βαυαρία
BC-NET Eυρωπαϊκό δίκτυο συνεργασίας και προσέγγισης επιχειρήσεων
BC-net δίκτυο BC-NET
beboelse ενδιαίτημα
beboelse i byer αστική κατοικία
beboelse på landet αγροτική κατοικία
beboelsesområde οικιστική ζώνη
beboet κατοικημένος
bebyggelse i landområde αγροτικός οικισμός
bedømme κρίνω
bedømmelse κρίση
bedømmelse af den økonomiske indflydelse εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων
bedrageri απάτη