DictionaryForumContacts

   
B C D E F G H I J K L M N P R S T U V W X Y Z Æ Ø Å   <<  >>
Terms for subject Environment (18294 entries)
sæsonbetinget ud- og indvandring εποχιακή μετανάστευση
sæsonbetinget ud- og indvandring εποχιακή μετανάστευση (αποδημία)
sæsonmæssigt udsving εποχιακή διακύμανση
sæsonudsving εποχιακή διακύμανση
sæsonvandring εποχιακή μετανάστευση (αποδημία)
sæsonvariation εποχιακή διακύμανση
sætning af jorden καθίζηση εδάφους
sætningshastighed for jorden ταχύτητα καθίζησης εδάφους
sætte skud Αναβλαστάνω από τη ρίζα
sætte skud fra jordstængel πετώ παραβλάσταρα
sætte stødskud Αναβλαστάνω από τη ρίζα
sættekammer θάλαμος καθίζησης
safrol σαφρόλη
sag indledt ex officio περίπτωση αποκαλυφθείσα αυτεπαγγέλτως
sag indledt på [Kommissionens] eget initiativ περίπτωση αποκαλυφθείσα αυτεπαγγέλτως
sagn μύθος
salamandre ουροδελή
salamandre σαλαμάνδρες
salamandre ουροδελή (σαλαμάνδρες)
sålegænger πελματοβάμον ζώο