DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V W X Y Z Æ Ø Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (15590 entries)
længdedræn διαμήκης στραγγιστήρ
længdedrev κιβώτιο διαμήκους πρόωσης
længdeskylning συνεχής σάρωση
længdespil κατά μήκος διάκενο
længdespil τζόγος κατά μήκος
længdestop διαμήκες άκρο
længdetilspænding διαμήκης πρόωση
længdetilspændingscylinder κύλινδρος μετάδοσης διαμήκους πρόωσης
længste slaglængde μέγιστο μήκος εμβολισμού εργαλείου πλάνισης με κύλιση
lære καλίμπρα
læreboremaskine δράπανο μεγάλης ακριβείας ρυθμιζόμενου κέντρου οπών μέσω συντεταγμένων
læssebånd μεταφορέας-φορτωτής
læsseelevator ανυψωτήρας με ράβδους
læsseenhed μηχανικό φτυάρι
læssekurv κάδος φόρτωσης
læsseluge θυρίδα φόρτωσης
læsseluge καταπακτή φόρτωσης
læsseperron εξέδρα φόρτωσης
læsseplads περιοχή για φορτώσεις και εκφορτώσεις
læsserampe εξέδρα φόρτωσης