DictionaryForumContacts

   Russian Greek
А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я   <<  >>
Terms for subject Forestry (3906 entries)
центральный κεντρικά τοποθετημένος
центральный замок κεντρικό κλείδωμα
центробежное сцепление φυγοκεντρικός συμπλέκτης
цепная пила πριόνι
цепная пила αλυσοπρίονο
цепная смазка λίπανση αλυσίδας
цепной чокер αλυσίδες μετατόπισης κορμών με ολίσθηση
цепь αλυσίδα
цепь для трелёвки брёвен αλυσίδες μετατόπισης κορμών με ολίσθηση
цепь колеса αντιολισθητικές αλυσίδες
цепь подающих роликов αλυσίδες τροχών τροφοδοσίας
цех συνεργείο
цех εργαστήριο
цилиндр σωλήνας
цилиндр κύλινδρος
цилиндр рулевого механизма κύλινδρος συστήματος διεύθυνσης
цилиндрический штифт κυλινδρικός πείρος ασφαλείας
циркуляр с подающими роликами επιτραπέζιο πριόνι
циркулярная пила δισκοπρίονο
цицербита альпийская κικερβίτα