DictionaryForumContacts

   Russian Greek
А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я   <<  >>
Terms for subject Forestry (3906 entries)
с дизельным двигателем πετρελαιοκίνητος
с корой έμφλοιο
с корой με το φλοιό
с повышенной плотностью υπέρπυκνο
с правильном направлении волокон με στενούς αυξητικούς δακτυλίους
с приводом от двигателя внутреннего сгорания βενζινοκίνητο
с узкими годовыми кольцами με στενούς αυξητικούς δακτυλίους
с четырьмя ведущими колёсами κίνηση στους τέσσερις τροχούς
саботаж δολιοφθορά
саботаж σαμποτάζ
сажальная машина φυτευτική μηχανή
сажальный бур κοχλιοτρύπανο φύτευσης
самосвал όχημα με ανατρεπόμενο κάδο
Санкт-Петербургский стандарт παλιά σκανδιναβική μονάδα μέτρησης ξυλείας κωνοφόρων
сбалансированный ισορροπημένος
сбег (бревна) κωνικομορφία
сбег (бревна) κωνικός
сбег (бревна) κωνικότητα
сбор данных συλλογή στοιχείων
сбор семян συλλογή σπόρων