DictionaryForumContacts

   Polish Greek
A Ą B C Ć D E Ę F G H I J K L Ł M N Ń O Ó P R S Ś T U WZ Ź Ż Q V X   <<  >>
Terms for subject Human rights activism (740 entries)
ofiara tortur θύμα βασανιστηρίων
ofiara transfobii θύμα τρανσφοβίας
ogólne rozporządzenie o ochronie danych κανονισμός για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών
ograniczona misja obserwacji wyborów περιορισμένη αποστολή παρακολούθησης εκλογών
ograniczona misja obserwacji wyborów περιορισμένη αποστολή παρατήρησης εκλογών
okaleczenie ακρωτηριασμός
okres przechowywania περίοδος διατήρησης
okres zatrzymywania περίοδος διατήρησης
operacja ONZ monitorowania przestrzegania praw człowieka w Rwandzie Επιχείρηση για την προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στη Ρουάντα
operacja zmiany płci εγχείρηση αλλαγής φύλου
organizacja humanitarna ανθρωπιστική οργάνωση
organizacja humanitarna οργανισμός με φιλανθρωπικό σκοπό
Organizacja na rzecz Swobód Obywatelskich Οργάνωση για τις Ατομικές Ελευθερίες
organizacja praw człowieka οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων
organizacja przyjazna osobom transpłciowym φιλικά διακείμενη προς τους διαφυλικούς οργάνωση
osoba danej płci αποκτηθέν φύλο
osoba danej płci επίκτητο φύλο
osoba dorosła szczególnej troski ευάλωτος ενήλικας
osoba interseksualna μεσοφυλικό άτομο
osoba LGBT należąca do mniejszości etnicznej άτομο LGBT που είναι μέλος εθνικής μειονότητας