DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G I K Ł M N O P R S T U W Z   <<  >>
Terms for subject Energy industry (374 entries)
wytwarzanie rozproszone αποκεντρωμένη (ηλεκτρο) παραγωγή
zakłócenie dostaw διαταραχές του εφοδιασμού
zakłócenie dostaw nośników energii διαταραχές του εφοδιασμού
zakontraktowana zdolność συμβατική δυναμικότητα
zakontraktowana zdolność συμβολαιοποιημένη δυναμικότητα
zaopatrzenie w energię ενεργειακός εφοδιασμός
zarządzanie obciążeniem sieci διαχείριση φορτίου
zarządzanie ograniczeniami διαχείριση συμφόρησης
zarządzanie popytem διαχείριση στην πλευρά της ζήτησης
zasilacz zewnętrzny εξωτερικό τροφοδοτικό
zasilacz zewnętrzny εξωτερικό τροφοδοτικό ισχύος
zbiornik ciśnieniowy reaktora δοχείο πίεσης αντιδραστήρα
zdolność δυναμικότητα
zdolność instalacji LNG δυναμικότητα εγκατάστασης αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ)
zdolność techniczna τεχνική δυναμικότητα
zdolność wytłaczania ικανότητα απόληψης
zdolność zatłaczania ικανότητα έγχυσης
zewnętrzne źródło zasilania εξωτερικό τροφοδοτικό
zewnętrzne źródło zasilania εξωτερικό τροφοδοτικό ισχύος
zintegrowane przedsiębiorstwo energetyczne ολοκληρωμένη επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας