DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K Ł M N O P R S T U W Z V   <<  >>
Terms for subject Agriculture (1105 entries)
kiełkownik ερμάριο καλλιέργειας
klarówka διαυγασμένο σιρόπι ζάχαρης
klasa wieku κατηγορία βάσει ηλικίας
klasyfikacja według wagi ταξινόμηση κατά βάρος
klasyfikacja według wielkości ταξινόμηση κατά μέγεθος
klatka nieulepszona σύστημα μη διευθετημένων κλωβών
kliper tuńczykowy σκάφος που αλιεύει με καλάμια
klon κλώνος
kłos στάχυ δημητριακών
klujnik εκκολαπτήρας
klujnik εκκολαπτική μηχανή
knur próbnik χοίρος διεγερτικός
kobieta rolnik γυναίκα γεωργός
kobieta rolnik χωρική
kojec θέση
kombajn ziemniaczany εκριζωτική μηχανή συνδυασμένης λειτουργίας
kombajn ziemniaczany σύνθετη εκριζωτική μηχανή
komin καπναγωγός σωλήνας
komin τσιμινιέρακν.
komin καπνοδόχος