DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K Ł M N O P R S T U W Z   <<  >>
Terms for subject Commerce (485 entries)
kanał domowy δίκτυο διάθεσης για την κατ' οίκον κατανάλωση
kanał pozadomowy δίκτυο διάθεσης για την επιτόπου κατανάλωση
kanał pozadomowy σύστημα κατανάλωσης εκτός οίκου
Karaibskie Stowarzyszenie Wolnego Handlu ζώνη ελεύθερων συναλλαγών Καραϊβικής
Kodeks postępowania UE w sprawie wywozu uzbrojenia Κώδικας συμπεριφοράς της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης για την εξαγωγή όπλων
Komisja Narodów Zjednoczonych do spraw Międzynarodowego Prawa Handlowego Επιτροπή Διεθνούς Εμπορικού Δικαίου των Ηνωμένων Εθνών; Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για το διεθνές εμπορικό δίκαιο
Komitet Doradczy ds. Realizowania Działań Odnoszących się do Wspólnotowej Strategii Dostępu do Rynku Συμβουλευτική επιτροπή για την υλοποίηση δραστηριοτήτων για τη στρατηγική πρόσβασης στην αγορά της Κοινότητας
Komitet ds. Harmonizacji Przepisów dotyczących Ubezpieczeń Kredytów Eksportowych dla Transakcji Objętych Ubezpieczeniem Średnio- i Długoterminowym Επιτροπή για την εναρμόνιση των κυριότερων διατάξεων που διέπουν την ασφάλιση εξαγωγικών πιστώσεων για πράξεις μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης κάλυψης
Komitet ds. Wprowadzania w Życie Systemu Certyfikacji Procesu Kimberley dla Handlu Międzynarodowego Surowcem Diamentowym Επιτροπή για την εφαρμογή του συστήματος πιστοποίησης της διαδικασίας Κίμπερλυ στο διεθνές εμπόριο ακατέργαστων διαμαντιών
Komitet ds. Ziołowych Produktów Leczniczych Επιτροπή φαρμάκων φυτικής προέλευσης
komora piwniczna δροσερός θάλαμος
konferencja ministerialna WTO Υπουργική Διάσκεψη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου
konferencja ministerialna WTO υπουργική διάσκεψη του ΠΟΕ
konosament φορτωτική
konsument finalny τελικός καταναλωτής
konsument końcowy τελικός καταναλωτής
konsument o mocnej pozycji υπεύθυνος καταναλωτής
konsument podatny na zagrożenia ευάλωτος καταναλωτής
konsument szczególnie wrażliwy ευάλωτος καταναλωτής
konsument znajdujący się w niekorzystnej sytuacji ευάλωτος καταναλωτής