DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U W Z   <<  >>
Terms for subject Accounting (718 entries)
dochód do dyspozycji διαθέσιμο εισόδημα
dochód do opodatkowania φορολογητέο κέρδος
dochód narodowy brutto do dyspozycji ακαθάριστο εθνικό διαθέσιμο εισόδημα
dochód podzielony jednostek typu przedsiębiorstwo αναλήψεις από το εισόδημα οιονεί εταιρειών
dochód podzielony przedsiębiorstw i instytucji finansowych διανεμόμενο εισόδημα εταιρειών
dochody w naturze εισόδημα σε είδος
dochody z tytułu własności εισόδημα περιουσίας
domy maklerskie εταιρείες μεσιτείας σε συναλλαγές επί κινητών αξιών και παραγώγων
domy maklerskie χρηματιστές που διενεργούν πράξεις επί χρεογράφων και παραγώγων μέσων
dopuszczalny poziom błędu αποδεκτό ποσοστό σφάλματος
dotacje επιδοτήσεις
dotacje do aktywów επιχορηγήσεις που αφορούν περιουσιακά στοιχεία
dotacje do produktów επιδοτήσεις προϊόντων
dotacje do przychodu επιχορηγήσεις που αφορούν τα έσοδα
dotacje rządowe κρατικές επιχορηγήσεις
dotacje związane z importem επιδοτήσεις εισαγωγών
dotacje związane z produkcją επιδοτήσεις παραγωγής
dowody kontroli αποδεικτικά στοιχεία
dowody kontroli αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου
dożywotnia emerytura kapitałowa ετησία πρόσοδος