Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Lithuanian
⇄
Greek
A
Ą
B
C
Č
D
E
Ę Ė F
G
H
I
Į
Y J
K
L
M
N
O
P
R
S
Š
T
U
Ų Ū
V
Z
Ž
<<
>>
Terms for subject
Mechanic engineering
(311 entries)
įtaiso laikiklis
σφιγκτήρας
įtempimo reguliatorius
ρυθμιζόμενος σφιγκτήρας σύνδεσης
juostinis pjūklas
Πριονοταινία
juostinis pjūklas
πριονοκορδέλλα
kabina
κέλυφος
kabina
κουβούκλιο
kabina
περίβλημα
kaitlentė
θερμαινόμενο τραπέζι
kalti
ισιώνω με σφυρί
kamštis
υδραυλική στεγάνωσις,ή υδραυλικός στεγανωτήρ
kėlimo įranga
εξοπλισμός ανέλκυσης
kėlimo įranga
εξοπλισμός εξαγωγής
kėlimo įrenginiai
εξοπλισμός εξαγωγής
kėlimo įrenginiai
εξοπλισμός ανέλκυσης
keltuvas
αναβατήρας εμπορευμάτων
keltuvas
αναβατόριο
keltuvas
ανελκυστήρας
kibirkštinis uždegimas
έναυση με σπινθηριστή
kibirkštinis uždegimas
ανάφλεξη με μπουζί
kibirkštinis uždegimas
ανάφλεξη με σπινθηριστή
Get short URL