DictionaryForumContacts

   
A C D E G I Į K L M N O P R S T U V Ž   <<  >>
Terms for subject Labor law (212 entries)
laikinasis įdarbinimas προσωρινή απασχόληση
laipteliai išlipti διάδρομος
laipteliai išlipti πέρασμα
laisva vieta κενή θέση
laukimo laikas νεκρός χρόνος
laukimo laikas χαμένος χρόνος εργασίας
lukštenti ryžiai ρύζι cargo
mažų garantijų darbas επισφαλής απασχόληση
minimalios socialinės apsaugos sistema δίκτυ ασφαλείας
nedarbingumo pažymėjimas πιστοποιητικό ανικανότητας προς εργασία
neįgaliųjų socialinė įmonė εργαστήριο για άτομα με ειδικές ανάγκες
neįgaliųjų socialinė įmonė προστατευόμενο εργαστήριο
nuolatinis darbuotojas μόνιμος εργαζόμενος
oro uosto darbuotojai προσωπικό εδάφους στα αεροδρόμια
pagrindinė pavara κεντρικός μηχανισμός μετάδοσης κίνησης
pagrindinis rangovas ιδιοκτήτης κατασκευαζομένου δομικού έργου
parama žemės ūkiui γεωργική ενίσχυση
pasienio darbuotojas παραμεθόριος εργαζόμενος
perkvalifikavimas επαγγελματική ανακατάταξη
perkvalifikavimas αναβάθμιση των απαιτουμένων προσόντων