DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S TV W XZ Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À   <<  >>
Terms for subject Finances (17933 entries)
ação criada na sequência de uma troca μετοχή που εκδόθηκε σε αντάλλαγμα
ação de apport μετοχή έναντι εισφοράς σε είδος
ação de apport μετοχή αμοιβής
ação de apport μετοχή σε αντάλλαγμα εισφοράς
ação de caráter horizontal δράση οριζόντιου χαρακτήρα
ação de cobrança a posteriori πράξη εκ των υστέρων είσπραξης
ação de comercialização δράση εμπορίας
ação de comercialização ενέργεια εμπορίας
ação de desenvolvimento do mercado ενέργεια ανάπτυξης της αγοράς
ação de desenvolvimento do mercado ενέργεια αναπτύξεως της αγοράς
ação de interesse comum σχέδιο κοινού ενδιαφέροντος
ação de luta contra a fraude ενέργεια για την καταπολέμηση της απάτης
ação de pequena capitalização μετοχή εταιρείας μικρής κεφαλαιοποίησης
ação de pequena capitalização μετοχή εταιρείας χαμηλής κεφαλαιοποίησης
ação de poupança μετοχή ταμιευτηρίου
ação de preferência προνομιούχος μετοχή
ação de promoção δράση προώθησης
ação de promoção μέτρο προώθησης
ação de promoção e de publicidade ενέργεια προώθησης και διαωήφισης των πωλήσεων
ação de transmissão condicionada μετοχή μεταβιβάσιμη υπό όρους