Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
General
(34530 entries)
temporary staff
έκτακτοι υπάλληλοι
tempt
βάζω σε πειρασμό
temptation
πειρασμός
Tempus Department
τμήμα Tempus
ten
δέκα
TEN-Telecom Committee
Επιτροπή περί προσανατολισμών για τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα των τηλεπικοινωνιών
tenant
ένοικος
tenant
ενοικιαστής
tend
τείνω
tendency
ροπή
tender
καταθέτω προσφορά
tender
βοηθητικό πλοίο
tender
εφοδιοφόρο πλοίο
tender
προσφορά τιμής σε δημοπρασία
tender
υποβάλλω προσφορά
tender
προσφορά
tender
τρυφερή
tender
τρυφερό
tender bond
εγγύηση για την υποβολή προσφοράς
tender document
συγγραφή υποχρεώσεων
Get short URL