DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (34530 entries)
simple dual majority διπλή απλή πλειοψηφία
simple dual majority διττή απλή πλειοψηφία
Simple fraction:common fraction Απλό κλάσμα
simple majority απλή πλειοψηφία
simple operations consisting of removal of dust, sifting or screening, sorting, classifying, matching απλές εργασίες αφαίρεσης της σκόνης, κοσκινίσματος, διαλογής, ταξινόμησης, συνδυασμού
simple packaging operations απλή εργασία συσκευασίας
Simple torsion test for wire Δοκιμασία απλής στρέψεως συρμάτων
simplification process διαδικασία απλοποίησης
simplified approach απλοποιηµένη προσέγγιση
simplify απλοποιώ
simply απλώς
Simulated attention Προσομοίωση διακοπής για εισαγωγή δεδομένων.
simulated burn-up προσομοιωμένη ανάλωση
simulated debris bed προσομοιωμένο στρώμα πυρηνικών καταλοίπων
simulated fuel προσομοιωμένο καύσιμο
simulated transaction εικονική συναλλαγή
simulator based on visual programming προσομοιωτής βασισμένος σε οπτικό προγραμματισμό
simultaneous interpretation ταυτόχρονη διερμηνεία
simultaneous interpreting ταυτόχρονη διερμηνεία
simultaneously ταυτόχρονα