DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (34530 entries)
pleremateme μορφικό στοιχείο περιεχομένου
pleuropneumonia-like organism μικροοργανισμός που μοιάζει με αυτούς που προκαλούν πλευροπνευμονία
Plimsoll line γραμμή Plimsoll
plot μηχανορραφώ
plot πλοκή
plug στροφέας
plug εμφράσσω
plug back λιθογόμωση
Plugs and socket-outlets Ρευματοδόται και ρευματολήπται
plumb-bob fixing apparatus συσκευή νήματος στάθμης
plume στήλη ύδατος
plume πλούμιον
pluri-national constituency εκλογική περιφέρεια απαρτιζόμενη από πλείονα του ενός κράτη
plurivalent term πολυδύναμος όρος
plus θετικό στοιχείο
plus συν
Pluto Πλούτων
plutonium fuel cycle facility εγκατάσταση κύκλου καυσίμου πλουτωνίου
plutonium meter μετρητής πλουτωνίου
plutonium recovery ανάκτηση πλουτωνίου