Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
General
(34530 entries)
pellets
συσσωματώματα
pellets
συμπυκνώματα
pen
στυλό
PEN Aids
βοηθητικά μέσα διείσδυσης
PEN Aids
βοηθητικά μέσα εισχώρησης
penalty for cancellation
ακυρωτικά
pencil
μολύβι
pencil-sharpening machine
μηχανή ξυσίματος μολυβιών
pending
εν αναμονή
pending
εκκρεμής
pending registration
προσωρινή εγγραφή
Pendulum damping test
Δοκιμή αποσβέσεως αιωρήσεων εκκρεμούς
penetrability
ικανότητα διείσδυσης
penetrability
ικανότητα εισχώρησης
penetration aid
διεισδυτικό βοήθημα
Penetration Aids
βοηθητικά μέσα εισχώρησης
Penetration Aids
βοηθητικά μέσα διείσδυσης
penetration capability
ικανότητα εισχώρησης
penetration capability
ικανότητα διείσδυσης
penetration factor
συντελεστής διαπερατότητας
Get short URL