Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
General
(34530 entries)
moulding material
ύλη για χύτευση
mount
αναρριχώμαι
mount
στήνω
mountain
βουνό
mountain area
ορεινή περιοχή
mountain climate
ορεινό κλίμα
mounted neutron source for initiating the fission reaction in a reactor
συναρμολογημένη πηγή νετρονίων για την έναρξη της αντίδρασης της σχάσεως του αντιδραστήρα
mourning
πένθος
moustache
μουστάκι
mouth sponge
σφουγγάρι στόματος
Mouth wash
Διάλυμα για στοματικές πλύσεις
Mouth wash, tablet for solution
Δισκίο για παρασκευή διάλυματος για στοματικές πλύσεις
movable partition
κινητό χώρισμα
movable wall
κινητό χώρισμα
move
μεταθέτω
move
μετακίνηση
move
κινώ
move emotionally
συγκινώ
move freely within the territory of Member States
διακινούνται ελεύθερα εντός της επικρατείας των Kρατών μελών
move the adjournment of a debate
αίτηση αναβολής της συζητήσεως
Get short URL