DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (34530 entries)
emergency aid for the victims of the fighting βοήθεια έκτακτης ανάγκης προς τους πληθυσμούς θύματα των συγκρούσεων
emergency and disaster response μέτρα αντιμετωπίσεως συνεπειών εκτάκτου ανάγκης και καταστροφικής αστοχίας
emergency assistance επείγουσα ενίσχυση; ενίσχυση επείγουσας φύσης
emergency condensation συμπύκνωσις εκτάκτου ανάγκης
emergency condenser συμπυκνωτής εκτάκτου ανάγκης
emergency condenser drain αποστράγγιση συμπυκνωτού εκτάκτου ανάγκης
emergency condenser drain εκροή συμπυκνωτού εκτάκτου ανάγκης
emergency coolant injection έγχυση ψυκτικού εκτάκτου ανάγκης
emergency cooling and residual heat removal system σύστημα εκτάκτου ανάγκης ψύξεως και απαγωγής της άχρηστης θερμότητος
emergency cooling circuit bypass παράκαμψη μέσω κυλώματοε ψύξης σε περίπτωση ανάγκης
emergency cooling jacket χιτώνιο ψύξεως εκτάκτου ανάγκης
emergency cooling loop βρόχος ψύξεως εκτάκτου ανάγκης
emergency cooling system ψυκτικό σύστημα κινδύνου
emergency core cooling and residual heat removal system σύστημα εκτάκτου ανάγκης ψύξεως και απαγωγής της άχρηστης θερμότητος του πυρήνα αντιδραστήρα
emergency core cooling portion τμήμα του συστήματος ψύξεως εκτάκτου ανάγκης
emergency core cooling system benchboard πίναξ χειρισμού του συστήματος ψύξεως εκτάκτου ανάγκης του πυρήνα αντιδραστήρα
emergency diesel building κτίριο ντηζελομηχανής εκτάκτου ανάγκης
emergency diesel generator ντηζελογεννήτρια εκτάκτου ανάγκης
emergency diesel generator set ντηζελογεννήτρια εκτάκτου ανάγκης
emergency door θύρα κινδύνου