DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (34530 entries)
dam gate slab σύρτης ασφαλείας
damage φθορά
damage βλάπτω
damage assessment εκτίμηση ζημιών
damage control procedure διαδικασία ανταποκρινόμενη στις ανάγκες ανάκτησης ύστερα από επίθεση
damage forecasting πρόβλεψη ζημιών
damage from minor knocks and abrasions βλάβη από ασθενείς κρούσεις και εκδορές
damage mechanism μηχανισμός προξενήσεως βλάβης
damage mitigation μετριασμός των ζημιών
damn ανάθεμα
damn αναθεματισμένη
damn αναθεματισμένο
damn αναθεματισμένος
damp νοτισμένη
damp νοτισμένο
damp νοτισμένος
damp air υγρός αέρας
Damped oscillation Φθίνουσα ταλάντωση
dampers διακόπτες
Damping Απόσβεση