Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Labor law
(3789 entries)
union confederation
συνομοσπονδία
union meeting in the workplace
συνέλευση στο χώρο εργασίας
Union of Industrial and Employers Confederations of Europe
΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης
Union of Industrial and Employers Confederations of Europe
΄Ενωση Βιομηχανιών της ΕΚ
Union of Industries in the European Community
΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης
Union of Industries in the European Community
΄Ενωση Βιομηχανιών της ΕΚ
union office in the workplace
γραφείο της συνδικαλιστικής οργάνωσης στους χώρους εργασίας
unit wage cost
ανά μονάδα κόστος εργασίας
unoccupied time
ελεύθερος χρόνος
unproductive time
μη παραγωγικός χρόνος
unrestricted time
χρόνος για την εκτέλεση ενός δεδομένου έργου
unrewarding job
εργασία χωρίς δυνατότητες ανάδειξης
unskilled crew
πλήρωμα χωρίς προσόντα
upgrading of work
αναβάθμιση των απαιτουμένων προσόντων
upholsterer
ταπετσιέρης επιπλώσεων
upholsterer
κατασκευαστής ταπετσαριών
upper cutter
κόπτης υποδημάτων
uprating pensions
αναπροσαρμογή των συντάξεων
upward hydrostatic force
υδροστατική δύναμη άνωσης
urgent work
κατεπείγουσα εργασία
Get short URL