Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Industry
(23598 entries)
stole
στόλα
stone accompanied by fracture
πέτρα με ράγισμα
stone breaking hammer
βαριοπούλα
stone cutting chisel
κοπίδι λιθοξόου
stone for trinkets
πέτρα για θήκες κλειδιών
stone for trinkets
πέτρα για μπρελόκ
stone-cylinder refiner
συσκευή τελειώματος με πέτρινους κύλινδρους
stoner
εργάτης επεξεργαζόμενος τα χείλη αντικειμένων
stoneware
γκρέ
stoneware
κεραμική ημιπορσελάνη
stoneware
ψευδοπορσελάνη
stoning
Σχηματισμός πέτρας
stoning
ευθυγράμμισις κορυφών οδόντων
stop
αποτονωτής
stop a crack
σταματώ το ράγισμα
stop belt
τοπική εγκάρσια πάχυνση του φύλλου
stop bevel
διακοπή μπιζουτέ
stop bevel
τελείωμα μπιζουτέ
stop click
άξονας διακοπής κίνησης
stop clock
μετρητής δευτερολέπτων
Get short URL