Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
<<
>>
Terms for subject
General
(36483 entries)
small break loss of cooling accident
ατύχημα από απώλεια ψύξης λόγω μικρού ρήγματος
Small Business Innovation Research Scheme
πρόγραμμα έρευνας και καινοτομίας για τις μικρές επιχειρήσεις
Small Business Research Initiative
πρόγραμμα έρευνας και καινοτομίας για τις μικρές επιχειρήσεις
small consignment of a non-commercial character
μικρή αποστολή μη εμπορικού χαρακτήρα
Small Island Developing States
αναπτυσσόμενα μικρά νησιωτικά κράτη
small projects programme
πρόγραμμα μικρών έργων
small shot cartridge
φυσίγγι με σκάγια
small turret
μικρός πυργίσκος
small-bore weapon
όπλο μικρού διαμετρήματος
small-break loss of coolant
απώλεια ψυκτικού μέσου λόγω ρωγμής μικρής έκτασης
small-calibre weapon
φορητό όπλο
small-scale programme
πρόγραμμα μικρής κλίμακας
smallest meaningful unit
ελάχιστη σημασιολογική μονάδα
smallest subdivision
έσχατο είδος
smallest subdivision
έσχατη τάξη
smart
έξυπνη
smart
έξυπνο
smart
έξυπνος
smart defence
έξυπνη άμυνα
smart power
έξυπνη δύναμη
Get short URL